- λυγκεία
- λυγκείᾱ , λύγκειοςof Lynceusfem nom/voc/acc dualλυγκείᾱ , λύγκειοςof Lynceusfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λύρκεια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 511 κάτ.) στην πρώην επαρχεία Άργους του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 34 χλμ. ΒΔ του Ναυπλίου. Αποτελεί έδρα του δήμου Λυρκείας. Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Κάτω Μπέλεσι. Ιστορία. Η Λ.… … Dictionary of Greek